Οι εγχύσεις φαρμάκων στο μάτι (μικροσκοπικές ενέσεις) δεν είναι κάτι που ανυπομονεί κάποιος να κάνει, αλλά είναι πολύ σημαντικές για την αντιμετώπιση παθήσεων, όπως η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, το διαβητικό οίδημα της ωχράς και η απόφραξη φλέβας του αμφιβληστροειδούς.10
Οι εγχύσεις φαρμάκων στο μάτι γίνονται σε ολοένα περισσότερους ανθρώπους για να θεραπεύσουν την οφθαλμοπάθειά τους ή να διαφυλάξουν την όραση από περαιτέρω βλάβες.
«Οι ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις φαρμάκων είναι μία επεμβατική θεραπεία, κατά την οποία γίνεται απευθείας ένεση αντιαγγειογενετικών παραγόντων (anti-VEGF), στεροειδών φαρμάκων ή άλλων ειδικών ουσιών στο υαλοειδές σώμα/χώρο του οφθαλμού για συγκεκριμένους θεραπευτικούς λόγους», αναφέρει ο Χειρουργός Οφθαλμίατρος δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, Ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και προσθέτει:
«Οι ενδοφθάλμιες εγχύσεις διενεργούνται με μικροσκοπικές βελόνες ενδοβολβικά κάθε 1-2 μήνες και έχουν κάνει σημαντική διαφορά στις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως».
Μόνο στις ΗΠΑ, π.χ., υπολογίζεται ότι ετησίως γίνονται πάνω από 7 εκατομμύρια ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις φαρμάκων, αριθμός που αυξάνεται διαρκώς τις δύο τελευταίες δεκαετίες.
Οι περισσότεροι ασθενείς χρειάζονται αντι-VEGF παράγοντες για παθήσεις του αμφιβληστροειδούς, όπως η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς. Οι θεραπείες για τις παθήσεις αυτές επαναλαμβάνονται για χρονικό διάστημα που εξατομικεύεται σε κάθε ασθενή ξεχωριστά. Στη χώρα μας πραγματοποιούνται και από τις οφθαλμολογικές μονάδες ημερήσιας νοσηλείας.
Πριν την έγχυση γίνεται τοπική αναισθησία με απλή ενστάλαξη αναισθητικού κολλυρίου. Η επίδραση του αναισθητικού τυπικά διαρκεί περίπου μισή ώρα και έτσι ο πόνος κατά την έγχυση του φαρμάκου είναι μηδαμινός. Ωστόσο όταν πάψει να επιδρά το αναισθητικό, ο ασθενής μπορεί να νιώσει πόνο σαν βάρος ή πίεση λόγω της παροδικής αύξησης της ενδοφθάλμιας πίεσης ή/και της μικροσκοπικής εκδοράς. Ο πόνος κανονικά υποχωρεί εντός 1-2 ωρών.
Είναι επίσης φυσιολογικό να νιώθετε πως υπάρχει κάτι σαν άμμος στα μάτια σας, να δακρύζετε και να έχετε διάχυτη ερυθρότητα στο μάτι σας. Τα συμπτώματα αυτά επίσης υποχωρούν συνήθως μέσα σε λίγες ώρες.
Υπάρχει επίσης ενδεχόμενο να παρατηρήσετε σύντομα μετά την έγχυση μία μικρή κουκίδα αίματος στο λευκό του ματιού σας. Η υποεπιπεφυκοτική αιμορραγία, όπως λέγεται, οφείλεται στη ρήξη μικρού αιμοφόρου αγγείου στην επιφάνεια του ματιού, κατά τη διάρκεια της ένεσης. Η αιμορραγία αυτή είναι σπάνια παρενέργεια και συνήθως υποχωρεί εντός μίας εβδομάδας.
Η έγχυση μπορεί επίσης να προκαλέσει έντονη ξηρότητα στο μάτι, η οποία μπορεί να αποφευχθεί με ειδικά σκευάσματα (τζελ, κολλύρια) που θα σας χορηγήσει ο οφθαλμίατρός σας. Να θυμάστε να αλλάζετε το κολλύριο πριν από κάθε ένεση στο μάτι, για να μειωθεί ο κίνδυνος επιμόλυνσης του ματιού. Τα περισσότερα κολλύρια αναγράφουν σε πόσο καιρό μετά το άνοιγμα πρέπει να απορρίπτονται.
Τις ώρες μετά την έγχυση μπορεί επίσης να βλέπετε αιωρούμενα σημαδάκια ή σκιές στο οπτικό σας πεδίο ή να νιώθετε το μάτι σας ερεθισμένο. Αναλόγως με το φάρμακο που έχει εγχυθεί στο μάτι σας, τα συμπτώματα αυτά υποχωρούν εντός λίγων ωρών ή μπορεί να διαρκέσουν 1-2 μέρες. Ρωτήστε τον οφθαλμίατρό σας τι να αναμένετε.
Αν, όμως, αναπτυχθεί πόνος ή έντονο κοκκίνισμα του ματιού μία έως επτά ημέρες (οι ημέρες 2 και 3 είναι πιο κρίσιμες) μετά την έγχυση, συμβουλευθείτε αμέσως τον οφθαλμίατρό σας. Τα συμπτώματα αυτά είναι ύποπτα για ενδοφθαλμίτιδα, μία λοίμωξη στο μάτι που απαιτεί άμεση θεραπεία. Το ίδιο πρέπει να κάνετε και εάν παρουσιάσετε μείωση της όρασης τις ημέρες μετά την έγχυση.
Η φροντίδα των ματιών μετά την έγχυση δεν είναι πολύπλοκη. Συνιστάται να αποφύγετε την οδήγηση για τουλάχιστον 6 ώρες, διότι η όρασή σας μπορεί να είναι θολή εάν χρησιμοποιηθούν προεπεμβατικά σταγόνες για να γίνει διαστολή της κόρης του ματιού.
Να αποφύγετε τις πρώτες 48 ώρες να τρίψετε το μάτι σας, διότι υπάρχει κίνδυνος να το τραυματίσετε. Αν νιώθετε φαγούρα, κλείστε το μάτι σας και ταμπονάρετέ το πολύ απαλά με ένα καθαρό χαρτομάντιλο. Αμέσως μετά πετάξτε το χαρτομάντιλο. Αν χρειαστεί να επαναλάβετε τη διαδικασία, χρησιμοποιήστε καθαρό.
Να σκουπίζετε τα δάκρυα από τα μάτια απαλά με καθαρή, αποστειρωμένη γάζα. Και πάλι, δεν πρέπει να βάζετε δύναμη ούτε να τρίβετε το μάτι όπου έχει γίνει η ένεση.
Τις πρώτες 48 ώρες δεν πρέπει να μπει νερό και σαπούνι ή σαμπουάν στο μάτι σας. Αν χρειαστεί να λουστείτε, προτιμότερο είναι να γείρετε το κεφάλι σας προς τα πίσω (όπως στα κομμωτήρια). Για τον ίδιο λόγο πρέπει να αποφύγετε και το κολύμπι για ένα 48ωρο, ακόμα και με γυαλιά θαλάσσης.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα πρέπει να αποφύγετε τη χρήση μέικαπ και γενικότερα το βάψιμο των ματιών, καθώς και δραστηριότητες που μπορεί να αυξήσουν την ενδοφθάλμια πίεση (π.χ. σκύψιμο). Δεν πρέπει επίσης να κάνετε γυμναστική το πρώτο 24ωρο, ούτε κοπιώδεις δραστηριότητες. Μην ασχοληθείτε επίσης για λίγες μέρες με τον κήπο ή τις γλάστρες σας, ακόμα και αν δεν σκύβετε. Αν θέλετε οπωσδήποτε να φροντίσετε τα λουλούδια σας, να φορέσετε προστατευτικά γυαλιά.
Αποφύγετε επίσης να φορέσετε φακούς επαφής για τις πρώτες δύο μέρες. Εάν χρησιμοποιείτε οφθαλμικά κολλύρια ή τζελ για άλλους λόγους, ρωτήστε τον οφθαλμίατρό σας αν μπορείτε να συνεχίσετε τη χρήση τους μετά την ένεση στο μάτι σας.
Αντιθέτως, από την πρώτη μέρα μπορείτε να βλέπετε τηλεόραση ή να γράφετε στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Μπορείτε επίσης να ταξιδέψετε με αεροπλάνο, εάν είναι απαραίτητο. Επειδή, όμως, οι περισσότερες επιπλοκές αναπτύσσονται τις πρώτες 24-48 ώρες, συνιστάται να περιμένετε δύο ημέρες πριν απομακρυνθείτε από τον οφθαλμίατρό σας.
Μην παραλείψετε, τέλος, να χρησιμοποιείτε με συνέπεια τα οφθαλμικά κολλύρια που ενδεχομένως σας έχει συστήσει ο οφθαλμίατρος.
«Τα περισσότερα ενοχλήματα στα μάτια μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση είναι παροδικά και βελτιώνονται σταθερά καθώς περνούν οι ώρες και οι μέρες», τονίζει ο δρ Κανελλόπουλος και καταλήγει: «Αν ένας ασθενής παρουσιάσει αυξανόμενο πόνο ή ενόχληση στο μάτι, πύον ή άλλο έκκριμα, αιφνίδια μείωση ή αλλαγή στην όρασή του, αυξημένη ευαισθησία στο φως, αύξηση στις μαύρες κηλίδες ή “φωτάκια” στο οπτικό του πεδίο, πρέπει αμέσως να συμβουλευθεί τον οφθαλμίατρό του. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να αποτελούν προειδοποιητικές ενδείξεις λοίμωξης ή φλεγμονής στο μάτι, που πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως».
ΠΗΓΗ newsit.gr