Ελληνική Οικονομία

Πόσο θα κρατήσουν οι ανατιμήσεις και η έλλειψη πρώτων υλών και προσωπικού

Πόσο θα κρατήσουν οι ανατιμήσεις και η έλλειψη πρώτων υλών και προσωπικού

Ερωτήματα αν ο πληθωρισμός είναι μέρος της νέας διεθνούς κανονικότητας μετά την πανδημία

«Κρυμμένος δολοφόνος» ή η πανθομολογούμενη νέα νόρμα της μετά τον κορωνοϊό εποχής; Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις διαμορφωτών πολιτικής της ΕΚΤ ότι ο πληθωρισμός θα είναι προσωρινός, πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ανεβάζουν τις τιμές τους την ώρα που οι ελλείψεις στην αλυσίδα προσφοράς αυξάνουν το κόστος των πρώτων υλών και δημιουργούν μία ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.

Ακόμη χειρότερα, η αποτυχία της συνάντησης των υπουργών Πετρελαίου του ΟΠΕΚ+ εγείρει τον κίνδυνο νέας εκτίναξης των τιμών πετρελαίου στα ύψη.

Σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη Νότια Γαλλία στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, οι επικεφαλής ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, από την εταιρεία ελαστικών Michelin έως τον κολοσσό οικοδομικών υλικών SaintGobain, δηλώνουν ότι βρίσκονται αντιμέτωποι με τρομακτικές ελλείψεις, μποτιλιάρισμα στις μεταφορές και ελλείψεις προσωπικού και ως εκ τούτου αναμένουν μεγάλη κλιμάκωση του πληθωρισμού. «Συνήθως, στην περίοδο της προσφοράς, έχουμε να διαχειριστούμε μία ή δύο λειτουργικές κρίσεις, αυτή τη στιγμή έχουμε 23. Ολόκληρη η αλυσίδα προσφοράς έχει διακοπεί» αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της Michelin Φλορέν Μενεγκό.

Εστιατόρια, καταστήματα και χώροι ψυχαγωγίας ανοίγουν ξανά για το κοινό σε ολόκληρη την Ευρώπη, όμως η ανισομερής πρόοδος στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού έχει πλήξει την αλυσίδα προσφοράς και έχει καταστήσει δυσεύρετους τους εργαζομένους σε ορισμένους κλάδους. Και εδώ ακριβώς τίθεται το εξής βασανιστικό ερώτημα: είναι προσωρινή η άνοδος των τιμών και ποια η διάρκειά της; Οι αποκλίσεις στις απόψεις των διαμορφωτών πολιτικής της ΕΚΤ είναι αρκετά ανησυχητική.

Λαγκάρντ και Σνάμπελ

Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ επανέλαβε σε δηλώσεις της σε γαλλικό ραδιοτηλεοπτικό σταθμό ότι, ενώ η οικονομία της Ευρωζώνης βρίσκεται σαφώς σε περίοδο ανάκαμψης και ενδεχομένως να επιστρέψει στα προ της πανδημίας επίπεδα πολύ πιο γρήγορα του αναμενομένου, οι σημερινές πιέσεις στις τιμές είναι «κατά το πλείστον προσωρινές». Ωστόσο, το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ Ιζαμπέλ Σνάμπελ, γνωστή για τις ακραίες απόψεις της, υπογράμμισε τις ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό, τονίζοντας την ανάγκη να ξεφύγει η Ευρωζώνη από τις χρόνιες εξασθενημένες τιμές και τη χαμηλή ανάπτυξη. Η ΕΚΤ δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στον στόχο της για τον πληθωρισμό, κοντά αλλά χαμηλότερα του 2%, μία ολόκληρη δεκαετία, παρά την άνευ προηγουμένου ρευστότητα και τα αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις. Η Σνάμπελ διαμήνυσε ότι αυτό θα αλλάξει μετά την πανδημία εάν υπάρξει συνδυασμός υψηλότερου κόστους πρώτων υλών, αύξησης των μισθών και ισχυρής ζήτησης.

Καμπανάκι για το κόστος

Και ο Κλάας Νοτ, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας, εξέφρασε την ανησυχία του ότι οι διαμορφωτές πολιτικής μπορεί να έχουν υποτιμήσει τον κίνδυνο ο υπερβολικά υψηλός πληθωρισμός να ήρθε για να μείνει.

Ακόμη και οι πιο ήπιοι ως προς τις απόψεις τους διαμορφωτές πολιτικής της ΕΚΤ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Γαλλίας Βιλερουά ντε Γκαλό ζητά να υπολογιστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια ο πληθωρισμός. Όπως σημείωσε, ενώ οι αλλαγές στις τιμές μπορεί να έχουν υπερεκτιμηθεί από τα νοικοκυριά, η ΕΚΤ δεν έχει λάβει υπόψη της τις πιέσεις από το αυξανόμενο κόστος της αγοράς στέγης. «Ο καλύτερος υπολογισμός του κόστους στέγης είναι πολύ σημαντικός. Είναι ένα από τα πράγματα που θα πρέπει να αλλάξουμε στη στρατηγική αναθεώρηση της νομισματικής πολιτικής μας» είπε χαρακτηριστικά.

Αυξημένοι οι ναύλοι

Η υπουργός Βιομηχανίας της Γαλλίας Ανιές Πανιέ-Ρινασέ ζητά να ληφθούν υπόψη οι ναύλοι και οι καθυστερήσεις στις θαλάσσιες μεταφορές αγαθών, ακόμη ένας παράγοντας που ευθύνεται για την άνοδο των τιμών, καθώς οι αυξημένοι ναύλοι μετακυλίονται στο τελικό προϊόν, με αποτέλεσμα αρκετοί προμηθευτές να έχουν σταματήσει τις παραγγελίες ορισμένων αγαθών που έχουν υπερτιμολογηθεί, με προέλευση από χώρες της Ασίας. «Αυτό είναι κάτι που ξεπερνά την αύξηση της ζήτησης» αναφέρει από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Saint-Gobain Μπενουά Μπαζέν. Ο ίδιος καλεί να γίνουν άμεσες αλλαγές στις αλυσίδες προσφοράς ούτως ώστε να κρατηθούν τα εργοστάσια σε λειτουργία.

Ορισμένες επιχειρήσεις εκδηλώνουν ακόμη μεγαλύτερες ανησυχίες ως προς την επιβίωσή τους, καθώς δυσκολεύονται να μετακυλίσουν το υψηλότερο κόστος στους καταναλωτές. Ο διευθύνων σύμβουλος της Orange SA Στεφάνε Ρισάρντ δήλωσε στο Bloomberg ότι ο έντονος ανταγωνισμός στις τηλεπικοινωνίες σημαίνει ότι η εταιρεία θα πρέπει να απορροφήσει τις αυξήσεις του κόστους.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Michelin Φλορέν Μενεγκό αναφέρει ότι η εταιρεία έχει αυξήσει δύο φορές τις τιμές ελαστικών από τις αρχές του έτους, εξηγώντας ότι οι ναύλοι από Σιγκαπούρη προς ΗΠΑ έχουν αυξηθεί στα 9.800 δολάρια αυτή τη στιγμή από 2.400 δολάρια το 2019. Ο διευθύνων σύμβουλος της Air Liquide Μπενουά Ποτιέ αναφέρει ότι το μποτιλιάρισμα που έχει δημιουργηθεί στις θαλάσσιες μεταφορές θα χρειαστεί τουλάχιστον δύο χρόνια για να εξομαλυνθεί.

ΟΠΕΚ+: Μπλόκο από τα ΗΑΕ που ζητούν μείωση παραγωγής πετρελαίου μετά το 2022

Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί και η ραγδαία άνοδος των τιμών πετρελαίου, οι οποίες, σύμφωνα με αναλυτές, αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, μετά δε και την εμπλοκή στη συμφωνία του ΟΠΕΚ και των βασικών εταίρων του. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα συμφωνούν μεν να αυξηθεί η παραγωγή κατά 400.000 βαρέλια ημερησίως κάθε μήνα από τον Αύγουστο έως τον Δεκέμβριο, όμως αρνούνται να παραταθεί η συμφωνία μείωσης της παραγωγής πέραν του Απριλίου του 2022, όπως είχε συμφωνηθεί αρχικά.

Οι υπουργοί Πετρελαίου του ΟΠΕΚ+ θα επαναλάβουν τις συζητήσεις τους σήμερα Δευτέρα. Η αποτυχία συναίνεσης εγκυμονεί τον κίνδυνο περαιτέρω ανόδου των τιμών, οι οποίες έχουν ήδη αυξηθεί 50% στη διάρκεια του τρέχοντος έτους με την τιμή brent να ξεπερνά τα 76 δολάρια το βαρέλι. «Ό,τι και να συμφωνήσει ο ΟΠΕΚ, θα είναι σίγουρα μία πολύ μικρή αναλογία αυτού που χρειάζεται η αγορά» αναφέρει ο Μάικ Μιούλερ, επικεφαλής της Vitol Group για την περιοχή της Ασίας. Τα αποθέματα θα συνεχίσουν να συρρικνώνονται, ενώ οι αμερικανικοί παραγωγοί από σχιστολιθικά κοιτάσματα δεν πρόκειται να προβούν άμεσα σε αύξηση της παραγωγής.

Έως και 100 δολ. το βαρέλι

Κάποιοι αναλυτές προβλέπουν ότι σε περίπτωση που δεν τεθεί σε ισχύ η συμφωνία για αύξηση της παραγωγής από τον επόμενο μήνα, οι τιμές μπορεί να φθάσουν πρώτα τα 80 και εν συνεχεία τα 100 δολάρια το βαρέλι.

Το όλο πρόβλημα έγκειται στο βασικό επίπεδο της παραγωγής που θεωρείται σημείο αναφοράς για τον υπολογισμό των μειώσεων, όπως συμφωνήθηκε τον Απρίλιο του 2020. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ζητούν να αυξηθεί το επίπεδο αυτό, καθότι τα νέα επενδυτικά του προγράμματα έχουν αυξήσει την παραγωγική δυναμικότητά του γύρω στα 3 έως 4 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Αυτό σημαίνει ότι διαθέτουν τη μεγαλύτερη ανενεργή παραγωγική δυναμικότητα από κάθε άλλη χώρα και γι’ αυτό ζητούν να αυξηθεί το βασικό επίπεδο της παραγωγής που θεωρείται σημείο αναφοράς για τις αυξήσεις.

Η επίτευξη συμφωνίας θεωρείται πολύ δύσκολη, καθώς η απαίτηση του Άμπου Ντάμπι βρίσκει αντίθετη τη Σαουδική Αραβία, η οποία φέρεται να έχει διαμηνύσει ότι δεν θα υποστηρίξει την αύξηση της παραγωγής για την υπόλοιπη διάρκεια του 2021 χωρίς παράταση της συμφωνίας, σύμφωνα με αναλυτές.