Business Ναυτικό

Ναυτιλία: «Καμπανάκι» του ΟΗΕ για το θαλάσσιο εμπόριο έως το 2027

Η τελευταία ανασκόπηση της UNCTAD προειδοποιεί για υποτονική ανάπτυξη

Ναυτιλία: «Καμπανάκι» του ΟΗΕ για το θαλάσσιο εμπόριο έως το 2027

Τον κώδωνα του κινδύνου προς τους εμπλεκόμενους στον κλάδο της ναυτιλίας κρούουν τα Ηνωμένα Έθνη, προειδοποιώντας να προετοιμαστούν για βραδύτερη ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου μέχρι τα μέσα αυτής της δεκαετίας.

Η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), δημοσίευσε την Ανασκόπηση των Θαλάσσιων Μεταφορών 2022 (Review of Maritime Transport 2022), η οποία αποτελείται από 190 σελίδες και καλύπτει -μεταξύ άλλων- το θαλάσσιο εμπόριο, τον παγκόσμιο στόλο, τους ναύλους και τα λιμάνια.

Παράγοντες που διαμόρφωσαν το εμπόριο

Όπως τονίζεται, οι περιορισμοί της εφοδιαστικής αλυσίδας, μαζί με την αύξηση της ζήτησης για καταναλωτικά αγαθά και το ηλεκτρονικό εμπόριο ώθησαν τους ναύλους εμπορευματοκιβωτίων σε πενταπλάσια αύξηση σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα, φτάνοντας σε ιστορική κορύφωση στις αρχές του 2022. Βέβαια, τα ποσοστά έχουν μειωθεί από τα μέσα του 2022, αλλά παραμένουν υψηλά για τα φορτία δεξαμενόπλοιων πετρελαίου και φυσικού αερίου λόγω της συνεχιζόμενης ενεργειακής κρίσης.

Την ίδια ώρα, οι ναύλοι για τα πλοία μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου αυξήθηκαν λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των σχετικών κυρώσεων, καθώς και και των διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Μια προσομοίωση προβλέπει ότι οι υψηλότερες τιμές σιτηρών και οι ναύλοι χύδην ξηρού φορτίου μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση 1,2% στις τιμές των καταναλωτικών τροφίμων, με υψηλότερες αυξήσεις στις χώρες μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος. «Αν υπάρχει ένα πράγμα που μάθαμε από την κρίση των τελευταίων δύο ετών, είναι ότι τα λιμάνια και η ναυτιλία έχουν μεγάλη σημασία για μια εύρυθμη παγκόσμια οικονομία», πρόσθεσε ο Shamika N. Sirimanne, διευθυντής του τμήματος τεχνολογίας και logistics της UNCTAD.

Για το λόγο αυτό, η UNCTAD καλεί τις χώρες να αξιολογήσουν προσεκτικά τις πιθανές αλλαγές στη ζήτηση, να αναπτύξουν και να αναβαθμίσουν τις λιμενικές υποδομές και τις συνδέσεις με την ενδοχώρα, με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Θα πρέπει επίσης να ενισχύσουν τη συνδεσιμότητα των λιμένων, να επεκτείνουν τον χώρο και τις δυνατότητες αποθήκευσης, να ελαχιστοποιήσουν τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού και εξοπλισμού.

Ανάγκη για «πράσινες επενδύσεις»

Η έκθεση δείχνει ότι μεταξύ 2020 και 2021 οι συνολικές εκπομπές άνθρακα από τον παγκόσμιο θαλάσσιο στόλο αυξήθηκαν κατά 4,7%, με τις περισσότερες αυξήσεις να προέρχονται από πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και φορτηγά πλοία.

Η έκθεση εγείρει επίσης ανησυχίες για την αυξανόμενη μέση ηλικία των πλοίων. Τα πλοία γερνούν εν μέρει λόγω της αβεβαιότητας σχετικά με τις μελλοντικές τεχνολογικές εξελίξεις και τα πιο οικονομικά καύσιμα, καθώς και για την αλλαγή των κανονισμών και των τιμών του άνθρακα

Επιπλέον, οι επενδύσεις σε νέα πλοία που μειώνουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα επηρεαστούν από το αυξανόμενο κόστος δανεισμού, τις σκοτεινές οικονομικές προοπτικές και τις ρυθμιστικές αβεβαιότητες.

Σενάρια

Στρέφοντας το βλέμμα στο μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας, η UNCTAD εξετάζει την επίδραση των δύο σημαντικότερων παραγόντων: του πολέμου στην Ουκρανία και της πανδημίας.

Στο πλαίσιο αυτό, οι διαφορές των σεναριών προκύπτουν απο την εξέλιξη των δύο παραγόντων, η επίδραση των οποίων μπορεί είτε να περιοριστεί είτε να ενταθεί. Θετικό σενάριο, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, είναι μονάχα εκείνο κατά το οποίο περιορίζονται οι επιδράσεις και των δύο.

Επιβράδυνση προ των πυλών

Σύμφωνα με την έκθεση, το διεθνές θαλάσσιο εμπόριο ανέκαμψε σημαντικά το 2021 με εκτιμώμενη ανάπτυξη 3,2% και συνολικές αποστολές φορτίου χωρητικότητας 11 δισεκατομμυρίων τόνων. Πρόκειται για βελτίωση 7 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με την πτώση 3,8% το 2020.

Ωστόσο, για το 2022, η UNCTAD προβλέπει ότι η ανάπτυξη του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου θα συγκρατηθεί στο 1,4%. Και για την περίοδο 2023-2027, αναμένεται να επεκταθεί με ετήσιο μέσο όρο 2,1%, με βραδύτερο ρυθμό από τον μέσο όρο των προηγούμενων τριών δεκαετιών (3,3%).